Ο Αμβρακικός κόλπος αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς βιότοπους της Μεσογείου. Με τα τεχνικά έργα που έχουν γίνει ο κόλπος αποτελεί ένα μεγάλο ιχθυοτροφείο προς τα νερά του οποίου κάθε άνοιξη κινούνται πολλά είδη ψαριών και ιδιαίτερα ο γόνος από κέφαλους, τσιπούρες και χέλια αναζητώντας καλλίτερο περιβάλλον από άποψη θερμοκρασίας, αλμυρότητας και τροφής. Το Φθινόπωρο τα ώριμα για αναπαραγωγή πλέον ψάρια κινούνται προς την θάλασσα και συλλαμβάνονται στις συληπτικές εγκαταστάσεις που έχουν τοποθετήσει οι ψαράδες στα διάφορα στόμια επικοινωνίας.
Ο ποταμός Λούρος είναι από τους σημαντικότερους βιότοπους της χώρας, αλλά και ο περισσότερο υποβαθμισμένος. Ειδικά τα τελευταία χρόνια έχει γίνει προβληματική η επιβίωση των ειδών που ζούσαν εκεί με συνέπεια πολλά είδη να τείνουν να εξαφανιστούν και άλλα να έχουν μεταναστεύσει προς τον Αμβρακικό. Αυτό συνέβη επειδή ο Λούρος ποταμός έχει μετατραπεί σε αποδέκτη λυμάτων των κτηνοτροφικών μονάδων που έχουν εγκατασταθεί κατά μήκος του με αποτέλεσμα να είναι μολυσμένος. Πλήθος πτηνών που φωλιάζουν στις όχθες του ποταμού τείνουν να εξαφανιστούν ενώ σημαντική μείωση έχει επέλθει και στον αριθμό των ψαριών που φιλοξενούνται στα νερά του. Κατά μήκος του ποταμού στο τμήμα που βρίσκεται στο Ν. Πρέβεζας λειτουργεί ικανοποιητικός αριθμός μονάδων καλλιέργειας πέστροφας με σημαντική παραγωγή.
Η Λίμνη Ζηρού όπως έχει προαναφερθεί είναι μια περιοχή ασύγκριτου φυσικού κάλλους. Η Λίμνη εμπλουτίζεται με γενετικό δυναμικό εγχώριας προέλευσης από τις εκβολές των ποταμών ή εισάγεται από το εξωτερικό. Εκτός από την μεγάλη ποικιλία ψαριών ο βιότοπος περιλαμβάνει και αρκετά είδη πανίδας. Επίσης γύρω από τη λίμνη διαβιούν και διάφορα πτηνά. Σήμερα ο βιότοπος τείνει να υποβαθμιστεί και χρήζει άμεσης προστασίας και αξιοποίησης.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η λίμνη του Ζηρού σε μικρή απόσταση δυτικά της Φιλιππιάδας. Πρόκειται για μια περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους με πλούσια και ποικίλη χλωρίδα και πανίδα. Έχει συνολικό εμβαδό 1.250 στρέμματα εκ των οποίων η λίμνη καλύπτει επιφάνεια 470 στρεμμάτων περίπου και βρίσκεται σε υπερθαλάσσιο ύψος 60 μ. περίπου.
Ο Ζηρός έχει αναγνωριστεί από το κράτος σαν περιοχή ασύγκριτου φυσικού κάλλους, ενώ η λίμνη εμπλουτίζεται με είδη ψαριών που μεγαλώνουν το γονιδιακό απόθεμα του βιότοπου. Εκτός από ψάρια υπάρχουν στην περιοχή και είδη πανίδας καθώς και αρκετά πτηνά. Η χλωρίδα της περιοχής σε μια ακτίνα 500 μ. από τις ακτές της λίμνης αποτελείται από διαπλάσεις κωνοφόρων και αείφυλλων – πλατύφυλλων.
Ο Ν. Πρέβεζας βρέχεται από το Ιόνιο Πέλαγος καθόλη τη δυτική πλευρά του. Πρόκειται για μια από τις ωραιότερες παραλίες της χώρας η οποία όμως αντιμετωπίζει κατά περιοχές κάποια προβλήματα ρύπανσης. Στην περιοχή της Πάργας πρόβλημα δημιουργούν τα απόβλητα των ελαιουργείων που λειτουργούν στην περιοχή τα οποία ρίχνονται ανεξέλεγκτα στη θάλασσα. Επίσης τόσο οι Ο. Τ. Α. της περιοχής, όσο και οι ξενοδοχειακές της μονάδες διαθέτουν τα απόβλητα με τον ίδιο τρόπο στη θάλασσα.
Με την λειτουργία πάντως του βιολογικού καθαρισμού της Πάργας το πρόβλημα αναμένεται να περιοριστεί σημαντικά. Κατεβαίνοντας προς τα νότια στην περιοχή του Ιονίου, δεν συναντάμε κανένα πρόβλημα από άποψη ρύπανσης της θαλάσσιας περιοχής καθώς δεν υπάρχουν βιομηχανικές, κτηνοτροφικές ή ξενοδοχειακές μονάδες κατά μήκος της ακτής μέχρι την περιοχή του Καναλίου. Οι ξενοδοχειακές μονάδες και τα οργανωμένα κάμπινγκ της περιοχής διαθέτουν τα απόβλητά τους αφού υποστούν επεξεργασία με βιολογικό καθαρισμό με αποτέλεσμα οι μέχρι τώρα αναλύσεις των νερών της περιοχής να μη έχουν υποδείξει τίποτε το ανησυχητικό.
Στο νότιο άκρο της χερσονήσου η ΒΙ. ΠΕ. Πρέβεζας διαθέτει για τις μονάδες που λειτουργούν σε αυτή βιολογικό καθαρισμό και έτσι δεν υπάρχουν σοβαρά προβλήματα. Η θαλάσσια περιοχή του νομού που είναι πιο προβληματική είναι στις εκβολές του ποταμού Λούρου καθώς η περιοχή είναι υποβαθμισμένη με έντονα σημάδια της μόλυνσης. Κάνοντας μια γενική εκτίμηση της κατάστασης των θαλάσσιων νερών του νομού, μπορούμε να πούμε ότι βρίσκονται σε άριστη κατάσταση εκτός μικρών περιοχών (περιοχές Πάργας, Πρέβεζας και εκβολές ποταμού Λούρου).
Με την αποπεράτωση όμως των έργων αποχέτευσης και λειτουργία των βιολογικών καθαρισμών στις παραπάνω περιοχές εκτιμάται ότι θα εξασφαλιστεί σε σημαντικό βαθμό και σε αυτές τις περιοχές η προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος.
Ο ποταμός Λούροςξεκινάει από τις ανατολικές πλευρές του Τόμαρου και προχωράει νότια, ανάμεσα στα Θεσπρωτικά Όρη και στο Ξεροβούνι, κόβει την πεδιάδα της Φιλιππιάδας, δέχεται τα νερά των παραποτάμων του και μετά από διαδρομή 66 Km περίπου χύνεται στον Αμβρακικό κόλπο, στο δυτικό τμήμα της προσιχωγενούς πεδιάδας της Άρτας. Κοντά στις πηγές του Αγίου Γεωργίου, λίγο πριν φτάσει στην Φιλιππιάδα τροφοδοτεί τον υδροηλεκτρικό σταθμό με την τεχνητή λίμνη που τον φράζει. Ο Λούρος ποταμός αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του οικοσυστήματος του Αμβρακικού κόλπου και της ευρύτερης περιοχής του, έχοντας μια άμεση λειτουργική σχέση με τον υγροβιότοπο του Βόρειου Αμβρακικού κόλπου και κυρίως το τμήμα του βάλτου της Πέτρας, αλλά και με τις λιμνοθάλασσες Τσοπέλι, Λογαρού και Ροδιά (και κάποιες μικρότερες ). Συνεπώς, η σημασία του ποταμού είναι ιδιαίτερα σημαντική, αν ληφθεί υπόψη και η χρησιμοποίηση των νερών του για άρδευση αρκετών καλλιεργούμενων εκτάσεων.
Ο Λούρος ποταμός μπαίνει στο Ν. Πρέβεζας καθαρός καθώς οι μόνες μονάδες που λειτουργούν στις όχθες του ποταμού, στο Ν. Ιωαννίνων είναι πεστροφοτροφεία και δεν δημιουργούν ιδιαίτερα προβλήματα ρύπανσης. Φτάνοντας στην Φιλιππιάδα δέχεται τα αστικά λύματα του Δήμου και των κτηνοτροφικών μονάδων της περιοχής που ρίχνονται σχεδόν ανεξέλεγκτα στο ποτάμι. Στην περιοχή του Δ. Δ. Λούρου ρίχνονται στο ποτάμι με αύλακα τα απόβλητα του Δ. Δ. Ωρωπού καθώς και των κτηνοτροφικών μονάδων της περιοχής. Επίσης σοβαρότατα πρόβλημα δημιουργείται και από την αλόγιστη χρήση λιπασμάτων στις περιοχές γύρω από το ποτάμι.
Γενικά η ρύπανση των νερών του Λούρου ποταμού δεν είναι ιδιαίτερα υψηλή, το περιορισμένο όμως πρόβλημα ρύπανσης που υφίσταται συναντά δυσκολία στην αντιμετώπισή του επειδή δεν είναι μία η πηγή ρύπανσής του.
Ο Αχέροντας, στενά δεμένος με την μυθολογία, κόβει και ποτίζει την πεδιάδα του Φαναρίου, στο βορειοδυτικό τμήμα του νομού. Έχει συνολικό μήκος 53 Km και με λεκάνη απορροής κατά 40 % στο Ν. Πρέβεζας, ξεκινάει από το Ν. Ιωαννίνων και εκβάλλει στο Ιόνιο Πέλαγος στο ύψος του Δ. Δ. Αμμουδιάς. Λόγω των φερτών υλών του ποταμού, που διαρρέει την πεδιάδα η γεωργική ζώνη του Αχέροντα – Φαναρίου, παρουσιάζει καλή γονιμότητα εδάφους δημιουργώντας έτσι την ευφορότερη πεδιάδα του Ν. Πρέβεζας. Η λεκάνη απορροής του Αχέροντα είναι 850 Km2 περίπου και η μέση παροχή του ποταμού εκτιμάται σε 5 m3/sec.
Από άποψης ρύπανσης και μόλυνσης τα νερά του ποταμού Αχέροντα δεν αντιμετωπίζουν κανένα πρόβλημα καθώς έχει απαγορευτεί η διάθεση οποιουδήποτε είδους λυμάτων,βιομηχανικών, ή αστικών στον ποταμό. Το νερό του ποταμού είναι καθαρό και χρησιμοποιείται για άρδευση και αλιεία.
Ο Ν. Πρέβεζας είναι μια περιοχή με μέτρια χλωρίδα και πανίδα . Δεσπόζει φυσικά ο Αμβρακικός κόλπος ένας απ’ τους σημαντικότερους Βιότοπους της χώρας, ο οποίος όμως αντιμετωπίζει σήμερα αρκετά προβλήματα . Η ανθρώπινη πίεση πάνω στο φυσικό περιβάλλον της περιοχής έχει αρχίσει να γίνεται επικίνδυνα αισθητή τα τελευταία χρόνια. Ήδη σε ορισμένα είδη ψαριών του κόλπου παρατηρείται σημαντική μείωση κυρίως λόγω της αυξανόμενης μόλυνσης των νερών .
Αμβρακικός Κόλπος
Ο Αμβρακικός κόλπος εκτείνεται ανάμεσα στο νότιο τμήμα των ακτών της Ηπείρου και στο βόρειο τμήμα των ακτών της Στερεάς Ελλάδας και ειδικότερα της Αιτωλοακαρνανίας. Το εσωτερικό του μέρος έχει έκταση από ανατολικά προς τα δυτικά 19 μίλια το δε πλάτος του από τα βόρεια προς τα νότια 11 μίλια.
Ο Αμβρακικός επικοινωνεί με το Ιόνιο πέλαγος στο δυτικό άκρο του μέσω του στενού της Πρέβεζας. Στο βόρειο τμήμα του εκβάλλουν τα ποτάμια Λούρος και Άραχθος τα οποία έχουν σχηματίσει αβαθείς εκτάσεις σε βάθη μικρότερα από 5 μ. καθώς και λιμνοθάλασσες. Στο νότιο τμήμα του απολήγουν λόφοι και τα βάθη είναι μεγαλύτερα.
Το στενό της Πρέβεζας μέσω του οποίου ο Αμβρακικός επικοινωνεί με το Ιόνιο πέλαγος έχει αρκετά πολύπλοκη γεωγραφική διαμόρφωση. Έχει βάθη που κυμαίνονται από 2 έως 5 μ. και πλάτος στο στενότερο σημείο του 700 μ. Στο μέσο του στενού έχει κατασκευαστεί υφαλαύλακας πλάτους 40 μ. με μέγιστα βάθη 14 – 17 μ. για την εξυπηρέτηση της ναυσιπλοίας.
Στην περιοχή δεν υπάρχει σοβαρό πρόβλημα παλίρροιας καθώς το μέσο εύρος της είναι αμελητέο. Οι ταχύτητες των ρευμάτων στον Αμβρακικό κόλπο είναι πολύ μικρές ( κάτω των 3 cm/sec ) και συνήθως δεν υπερβαίνουν τα 20 cm/sec. Στο βορειοανατολικό σημείο του κόλπου παρατηρείται ασθενής δεξιόστροφη κίνηση των νερών. Στο στενό της Πρέβεζας οι ταχύτητες των ρευμάτων είναι αρκετά υψηλές και σε ορισμένες περιπτώσεις υπερβαίνουν το 1 m/sec. Οι επικρατέστερες κινήσεις είναι προς τα βορειοδυτικά και το πεδίο των ταχυτήτων έχει σε σημαντικό βαθμό παλιρροιακή προέλευση.
Ο Αμβρακικός κόλπος τροφοδοτείται με γλυκό νερό κυρίως από τους ποταμούς Άραχθο και Λούρο. Τα νερά των ποταμών αυτών περιέχουν μεγάλες συγκεντρώσεις θρεπτικών αλάτων τόσο λόγω φυσικών αιτίων όσο και λόγω της απόθεσης λιπασμάτων από τις καλλιέργειες. Αποτέλεσμα είναι η μεγάλη παραγωγικότητα του κόλπου που θεωρείται ευτροφικός με μεγάλες τιμές αφθονίας φυτοπλαγκτού και χλωροφύλης.
Το υπόστρωμα του Αμβρακικού είναι βαλτώδες πράγμα που δικαιολογείται από τις προσχώσεις του Λούρου ποταμού και του Αράχθου αφού τα δύο ποτάμια εκβάλλουν στο κόλπο. Σε συνδυασμό με το φαινόμενο πλημμυρίδας και αμπώτιδας που παρατηρείται στον κόλπο και τα αναχώματα που έχουν φτιαχτεί στην ακτή έχουν μεταλλάξει τον Αμβρακικό κόλπο σε μια μεγάλη ημίκλειστη θάλασσα, ένα μεγάλο ιχθυοτροφείο που για δύο περίπου μήνες κάθε χρόνο είναι ανοικτό για το πέρασμα των ψαριών και τον εμπλουτισμό των ειδών του βιότοπου σε γενετικό δυναμικό. Το ψάρεμα στον κόλπο γίνεται με δίχτυα και πυροφάνι ενώ απαγορεύεται το ψάρεμα με δυναμίτη και λεπτά δίχτυα που καταστρεφουν το γόνο των ψαριών. Τα είδη ψαριών που απαντώνται σήμερα στον κόλπο είναι ο κέφαλος, η τσιπούρα, τα λαβράκια, οι κουτσουμούρες, οι σαρδέλλες , οι γαρίδες και τα καλαμάρια.
Ο Αμβρακικός κόλπος χαρακτηρίζεται από μεγάλη ποικιλία βιότοπων και έχει αναγνωριστεί από τη χώρα μας σαν διεθνούς σημασίας υγροβιότοπος, ενώ ταυτόχρονα προστατεύεται από την Σύμβαση RAMSAR για την διατήρηση της ορνιθοπανίδας. Ο υγροβιότοπος έχει οριοθετηθεί σε 3 ζώνες προστασίας :
• τη ζώνη Α΄ : Απόλυτης προστασίας,
• τη ζώνη Β΄ : Υψηλής προστασίας και
• τη ζώνη Γ΄, με διαφορετικές απαγορεύσεις στην καθεμιά.