Γενικά

Ο Ν. Πρέβεζας , όπως άλλωστε όλη η Ήπειρος , είναι μια περιοχή που τη χαρακτηρίζει  γεωγραφική και οικονομική απομόνωση με έντονες ενδοπεριφερειακές ανισότητες. Είναι μια περιοχή απομονωμένη και μακριά  απ’ τα κέντρα οικονομικής δραστηριότητας τόσο της Ελλάδας όσο και της Ευρώπης με όλες της συνέπειες  προσπελασιμότητας . Με  κατά κεφαλήν εισόδημα , υπολειπόμενο  κατά πολύ του μέσου Εθνικού και του μέσου κοινοτικού είναι απ’ τις φτωχότερες  περιοχές της Ελλάδας και τις Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο Ν. Πρέβεζας έχει αγροτικό χαρακτήρα, διαθέτει όμως και ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα στον Τουρισμό ο οποίος αποτελεί δυναμικό και ταχύτατα εξελισσόμενο τομέα οικονομικής δραστηριότητας. Για το σκοπό αυτό η οικονομική ανάπτυξη του νομού έχει ως κύριες κατευθύνσεις τον Πρωτογενή τομέα και τον Τουρισμό, ενώ ο Δευτερογενής τομέας με την ύπαρξη  χωροθετημένης Βιομηχανικής Περιοχής δραστηριοποιείται κυρίως σε βιοτεχνίες μικρής όχλησης.

Ο Νομός Πρέβεζας καταλαμβάνει το νοτιοδυτικό τμήμα του γεωγραφικού διαμερίσματος της Ηπείρου, και το νοτιότερο τμήμα του προεκτείνεται ως χερσόνησος ανάμεσα στο Ιόνιο πέλαγος από τα δυτικά και τον Αμβρακικό Κόλπο, από ανατολικά.

Έχει σχήμα ισοσκελούς τριγώνου και συνορεύει βόρεια με τους Νομούς Θεσπρωτίας και Ιωαννίνων, ανατολικά με τον νομό Άρτας, ενώ στα ανατολικά και δυτικά βρέχεται, από τον Αμβρακικό κόλπο και το Ιόνιο πέλαγος, αντίστοιχα.

Έχει έκταση 1.036 τ. χλμ. καταλαμβάνοντας το 11,3% της έκτασης της Περιφέρειας Ηπείρου και το 0,8 % της χώρας. Είναι ο μικρότερος σε έκταση ηπειρωτικός νομός της Ελλάδας. Ο  πληθυσμός ανέρχεται σε 59.356 κατοίκους (απογραφή ΕΣΥΕ 2001) που αντιστοιχεί στο 17,28 % του συνολικού πληθυσμού της Ηπείρου και στο 0,60 % του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Η μέση  πληθυσμιακή πυκνότητα του νομού διαμορφώνεται σε 57,29 κατοίκους ανά τ. χλμ. έναντι 38,45 κατοίκων σε επίπεδο Περιφέρειας Ηπείρου, 82,90 κατοίκων σε επίπεδο χώρας  και  116,60 κατοίκων σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ευρώπη των 25). Γενικά ο Ν. Πρέβεζας είναι ένας αραιοκατοικημένος νομός ,ο πιο πυκνοκατοικημένος όμως στην Ήπειρο.

Από τα 1.036 Km2 της συνολικής έκτασης του νομού το 32,8 % ( 339,5 Km2 ) καλύπτεται από πεδιάδες, οι οποίες βρίσκονται κατανεμημένες στα βορειοδυτικά ( πεδιάδα Αχέροντα ), στα ανατολικά ( πεδιάδα Φιλιππιάδας ) και στα νότια του νομού ( πεδιάδα Λούρου – Πρέβεζας ), το 20,7 % ( 214,7 Km2 ) από ημιορεινές εκτάσεις και το υπόλοιπο 46,5 % ( 481,8 Km2 ) από ορεινούς όγκους που διαμορφώνονται βασικά από τις προεκτάσεις των βουνών της Θεσπρωτίας και των Ιωαννίνων, που σε παράλληλη διάταξη κατεβαίνουν από το βορρά προς το νότο.

 Είναι ο πλέον πεδινός Νομός της Περιφέρειας Ηπείρου.

Ο Ν. Πρέβεζας διοικητικά αποτελείται από μία και μόνη επαρχία, την επαρχία Νικοπόλεως – Πάργας με πρωτεύουσα την Πρέβεζα.

Σύμφωνα με το σχέδιο «Ι. Καποδίστριας» (ΦΕΚ 244Α/97), η διοικητική διαίρεση του Νομού περιλάμβανε οχτώ (8) νέους Δήμους και μία (1) Κοινότητα (Χάρτης 2), τους κάτωθι:

Ο νομός Πρέβεζας είναι ένας σχετικά αραιοκατοικημένος νομός στον οποίο δεν παρατηρούνται φαινόμενα έντονης υπερσυγκέντρωσης του πληθυσμού.
Αποτελείται από μία και μόνο επαρχία, την επαρχία Νικοπόλεως – Πάργας. Περιλαμβάνει 70 Δημοτικά Διαμερίσματα ή 138 οικισμούς. Η πλειοψηφία των οικισμών συγκεντρώνεται στις ζώνες υψομέτρων 0 – 199 μ. και 200 – 600 μ.

Από τα 70 Δημοτικά Διαμερίσματα τα :

23 ( 32,8 % ) είναι πεδινά και συγκεντρώνουν   το 63,28  % του πληθυσμού του νομού

18 ( 25,7 % ) είναι ημιορεινά και συγκεντρώνουν  το 14,70  % του πληθυσμού του νομού

29 ( 41,5 % ) είναι ορεινά και συγκεντρώνουν  το 22,02 % του πληθυσμού του νομού

Ο Δήμος Πρέβεζας συγκεντρώνει το 33 % του συνολικού πληθυσμού του νομού, ενώ οι οικισμοί με πληθυσμό 1.000 – 5.000 κατοίκους (Θεσπρωτικό, Φιλιππιάδα, Πάργα, Λούρος, Καναλάκι, Γοργόμυλος, Κανάλι, Ν. Σινώπη, Ωρωπός, Κρανέα) συγκεντρώνουν το 31 % περίπου του συνολικού πληθυσμού και είναι κατανεμημένοι ισομερώς στην λοιπή έκταση του νομού, με εξαίρεση τους οικισμούς Λούρο και Ωρωπό που βρίσκονται σε πολύ μικρή απόσταση μεταξύ τους.
Η συντριπτική πλειοψηφία των οικισμών του νομού παραμένουν σταθερά αγροτικοί, οι ημιαστικοί είναι 5 ( Φιλιππιάδα, Θεσπρωτικό, Πάργα, Καναλάκι, Λούρος ), ενώ ο μοναδικός αστικός οικισμός και πρωτεύουσα του νομού είναι η πόλη της Πρέβεζας. 
Από την άποψη της εξέλιξης του πληθυσμού σαν δυναμικοί οικισμοί εμφανίζονται εκτός από την πόλη της Πρέβεζας, η Πάργα, το Καναλάκι, ο Λούρος, η Φιλιππιάδα και το Κανάλι, ενώ το Θεσπρωτικό έχασε τις προηγούμενες δεκαετίες μέρος του πληθυσμού του. Από τα παραπάνω συμπεραίνεται ότι το οικιστικό δίκτυο του νομού εμφανίζει έντονη πόλωση.

Σε επίπεδο εξυπηρετήσεων η Πρέβεζα ως πρωτεύουσα του νομού συγκεντρώνει τις αντίστοιχες διοικητικές, οικονομικές και κοινωνικές υπηρεσίες, ενώ για εξυπηρετήσεις περιφερειακού επιπέδου ο νομός εξαρτάται από τα Ιωάννινα, η Φιλιππιάδα έχει στενή σχέση με την Άρτα λόγω απόστασης, ενώ η Πάργα περιλαμβάνει διοικητικές εξυπηρετήσεις τμήματος του νομού Θεσπρωτίας. Η πόλη της Πρέβεζας έχει ακτίνα επιρροής εκτός των ορίων του νομού της, στο ΒΔ τμήμα του Ν. Αιτωλοακαρνανίας και στο νομό Λευκάδας λόγω απόστασης, οδικών αξόνων και τουρισμού.

Εκτός από την πόλη της Πρέβεζας οι υπόλοιποι 5 σημαντικότεροι οικισμοί του νομού αναπτύσσονται στις επί μέρους γεωγραφικές ενότητες του νομού σαν κέντρα περιοχών με ιδιαίτερα γεωμορφολογικά και οικονομικά χαρακτηριστικά καθώς και διαφορετικές δυνατότητες ανάπτυξης.

Το 1984 προτάθηκε από το ΥΠΕΧΩΔΕ, η δημιουργία 6 Οικιστικών Ενοτήτων οι οποίες θα αποτελούσαν τον σκελετό για τις αναπτυξιακές ενότητες και θα στήριζαν την αντίστοιχη διοικητική διάρθρωση.

Πιο συγκεκριμένα προτάθηκαν οι εξής οικιστικές ενότητες :

1 –  Οικιστική Ενότητα Πρέβεζας

2-   Οικιστική Ενότητα Λούρου

3 –  Οικιστική Ενότητα Καναλακίου

4-   Οικιστική Ενότητα Πάργας

5 –  Οικιστική Ενότητα Θεσπρωτικού

6-   Οικιστική Ενότητα Φιλιππιάδας

Το σύνολο των οικισμών του νομού κατατάσσεται ως εξής :

1 οικισμός 2ου επιπέδου: Πρέβεζα

3 οικισμοί 3ου επιπέδου: Καναλάκι, Πάργα, Φιλιππιάδα

2 οικισμοί 4ου επιπέδου: Θεσπρωτικό, Λούρος

132 οικισμοί 5ου επιπέδου

Σύμφωνα με το Σχέδιο “Καποδίστριας” ο Νομός Πρέβεζας αποτελείται από 8 Δήμους και 1 Κοινότητα.

Στο νομό λειτουργεί 1 Πρωτοδικείο στην Πρέβεζα και 3 Ειρηνοδικεία ( Πρέβεζα, Θεσπρωτικό, Πάργα). Οι δύο λιμενικές υπηρεσίες του νομού βρίσκονται στην Πρέβεζα και στην Πάργα.

Για τον Ν. Πρέβεζας, με βάση το γεγονός ότι υπάρχουν σημαντικές πιέσεις για εξάπλωση δεύτερης κατοικίας κατά μήκος των παραλιών του νομού μέχρι την Πάργα, το φαινόμενο της άναρχης αστικοποίησης εμφανίζεται τόσο γύρω από την πόλη όσο και κατά μήκος των παραλιών. Κατά συνέπεια η μη ύπαρξη θεσμοθετημένης ΖΟΕ και ζώνης παραθεριστικής κατοικίας, θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στην περιοχή. Στις υπόλοιπες περιοχές δεν προβλέπεται μεταβολή.

Στα πλαίσια όμως των προγραμμάτων του Γ΄ Κ. Π. Σ. έχουν ενταχθεί και βρίσκονται σε εξέλιξη

1)   η Μελέτη του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου του Δήμου Φαναρίου
2)   η Μελέτη του Σχεδίου Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης Δήμου Ζαλόγγου (Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π.)
3)   το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο του Δήμου της Πάργας
4)   η Μελέτη του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου του Δήμου Λούρου
5)   η Μελέτη του Σχεδίου Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης Δήμου Θεσπρωτικού (Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π.)
6)   η Χωροθέτηση των μονάδων ιχθυοκαλλιέργειας και οστρακοκαλλιέργειας (στον Αμβρακικό κόλπο)
7)   η Μελέτη ανάδειξης περιοχών εξαρτώμενων από την αλιεία στο Ν. Πρέβεζας
8)   η Χωροθέτηση των μονάδων υδατοκαλλιέργειας στους υδάτινους πόρους της ενδοχώρας στο Ν. Πρέβεζας
9)   η Τροποποίηση του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου του Δήμου Πρέβεζας
10) η Κυκλοφοριακή μελέτη του Δήμου Πρέβεζας

Ως προς τις βιομηχανικές περιοχές, υπάρχει μια θεσμοθετημένη περιοχή ΒΙΠΕ στον Ν. Πρέβεζας.

Ως προς τις λατομικές περιοχές, θεσμοθετημένες λατομικές ζώνες που αφορούν αδρανή υλικά είναι:
1)  η περιοχή Βαλαωρίτου στο Δήμο Λούρου και η κοινότητα Κρανέας,
2)  η περιοχή Μπούφου στο Δήμο Θεσπρωτικού και 
3)  η περιοχή Μπύρα – Πούντα στο Δήμο Φαναρίου.

Ως προς τις θεσμοθετημένες περιοχές προστασίας: στους αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία υπάρχουν θεσμοθετημένες ζώνες για τους αρχαιολογικούς χώρους Νικοπόλεως, Κασσιώπης και Νεκρομαντείου περιοχής Αχέροντα.

Στις περιοχές που περιλαμβάνονται στον Εθνικό Κατάλογο Natura 2000 οι περιοχές αυτές που αφορούν δάση και δασικές εκτάσεις προστατεύονται σήμερα θεσμικά από τον Ν. 998/79 «περί προστασίας δασών» όπως εξ άλλου και οι λοιπές δασικές εκτάσεις, οι οποίες στο σύνολό τους κινδυνεύουν να υποβαθμιστούν από την υπερβόσκηση.

Το ανάγλυφο του νομού διαμορφώνεται :

 1) από Ασβεστολιθικές οροσειρές με ποικίλα είδη ασβεστόλιθου, μικρό κάλυμμα γης, γενικά άγονες και δύσκολα προσπελάσιμες

2) από ζώνη Φλύσχη που κατευθύνεται από βορρά προς νότο, προς την πεδιάδα της Άρτας περνώντας από την στενή πεδιάδα του Λούρου με ποικιλίες από αμμόπετρα, άργιλο και συμπέτρωμα , γενικά πλούσια σε νερό και κατάλληλη για ψηλή βλάστηση και βοσκή

3)  από τις Παραθαλάσσιες και Μεσόγειες πεδιάδες, προσχωσιγενείς, εξαιρετικά εύφορες πάνω σε ασβεστόλιθο ή φλύσχη.

 Χαρακτηριστική είναι η έντονη παρουσία του υγρού στοιχείου στο νομό, της θάλασσας (Ιόνιο Πέλαγος – Αμβρακικός Κόλπος), των ποταμών ( Λούρου – Αχέροντα), των λιμνών (Ζηρού – φράγματος Λούρου), των βάλτων και λιμνοθαλασσών στην περιοχή του Λούρου ποταμού μέχρι και τον Αμβρακικό κόλπο και των πλούσιων υδροφόρων οριζόντων υπόγειων υδάτων.
 
 Το νομό διασχίζουν δύο ποτάμια, ο Λούρος και ο Αχέροντας.
Ο ποταμός Λούρος  ξεκινάει από τις ανατολικές πλευρές του Τόμαρου και προχωράει νότια, ανάμεσα στα Θεσπρωτικά Όρη και στο Ξεροβούνι, διασχίζει την πεδιάδα της Φιλιππιάδας, δέχεται τα νερά των παραποτάμων του (ξηροπόταμος Θεσπρωτικού, ρέμα Αβάσσου και Λιμποχωβίτης) και μετά από διαδρομή 66 Km  περίπου χύνεται στον Αμβρακικό κόλπο, στο δυτικό τμήμα της προσιχωγενούς πεδιάδας της Άρτας. Κοντά στις πηγές του Αγίου Γεωργίου, λίγο πριν την Φιλιππιάδα τροφοδοτεί τον υδροηλεκτρικό σταθμό με την τεχνητή λίμνη του αντίστοιχου φράγματος. Ο Λούρος ποταμός αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του οικοσυστήματος του Αμβρακικού κόλπου και της ευρύτερης περιοχής του, έχοντας μια άμεση λειτουργική σχέση με τον υγροβιότοπο του Βόρειου Αμβρακικού κόλπου και κυρίως το τμήμα του βάλτου της Πέτρας, αλλά και με τις λιμνοθάλασσες Τσοπέλι, Λογαρού και Ροδιά/Τσουκαλιό (και κάποιες μικρότερες). Συνεπώς, η σημασία του ποταμού είναι ιδιαίτερα σημαντική, αν ληφθεί υπόψη και η χρησιμοποίηση των νερών του για άρδευση αρκετών καλλιεργούμενων εκτάσεων.
 

Ο Αχέροντας, στενά δεμένος με την μυθολογία, διασχίζει και ποτίζει την πεδιάδα του Φαναρίου, στο βορειοδυτικό τμήμα του νομού. Έχει συνολικό μήκος 53 Km και με λεκάνη απορροής κατά 40 % στο Ν. Πρέβεζας, πηγάζει από το Ν. Ιωαννίνων και εκβάλλει στο Ιόνιο Πέλαγος στο ύψος του Δ. Δ. Αμμουδιάς. Λόγω των φερτών υλών του ποταμού, που διαρρέει την πεδιάδα η γεωργική ζώνη του Αχέροντα – Φαναρίου, παρουσιάζει υψηλή γονιμότητα εδάφους δημιουργώντας έτσι την ευφορότερη πεδιάδα του Ν. Πρέβεζας. Η λεκάνη απορροής του Αχέροντα είναι 850 Km2 περίπου και η μέση παροχή του ποταμού εκτιμάται σε 5 m3/sec.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η λίμνη του Ζηρού σε μικρή απόσταση βορειοδυτικά της Φιλιππιάδας. Πρόκειται για μια περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους με πλούσια και ποικίλη χλωρίδα και πανίδα. Η ευρύτερη περιοχή έχει  συνολικό εμβαδό 1.250 στρέμματα εκ των οποίων η λίμνη καλύπτει επιφάνεια 470 στρεμμάτων περίπου και βρίσκεται σε υπερθαλάσσιο ύψος 60 μ. περίπου. Επίσης στο νομό υπάρχει μια σειρά πηγών που μαζί με τα ποτάμια συμπληρώνουν την υδρογεωλογία της περιοχής.

 Στην περιοχή Μέσου Λούρου εκδηλώνεται μια σειρά πηγών κατά μήκος του ποταμού αποστραγγίζοντας τα ασβεστολιθικά πετρώματα της λεκάνης. Σημαντικές εδώ είναι οι πηγές Αγ. Γεωργίου στο Δ.Δ. Αγ. Γεωργίου που χρησιμοποιούνται για την ύδρευση των νομών Άρτας – Πρέβεζας και Λευκάδας. Η καρστική στάθμη των υπόγειων νερών εμφανίζεται στην πηγή Ξηρού (Ομορφάδας), που αποτελεί ένα φυσικό πιεσόμετρο, ενώ στην περιοχή αυτή εκδηλώνονται και οι πηγές της Πριάλας (Μπόιδας- Μαυρή).

Οι πηγές Πριάλας βρίσκονται στο Δ.Δ. Ριζοβουνίου και εκδηλώνονται σε υψόμετρο από 25μ.-28μ. Ο μηχανισμός λειτουργίας τους είναι υπερπλήρωσης. Χρησιμοποιούνται για άρδευση, ύδρευση, και κτηνοτροφία.Επίσης άλλες πηγές που εκδηλώνονται είναι η πηγή Βάδιζα, πηγή Κεφαλόβρυσο στο Δ.Δ. Ριζοβουνίου, πηγή λίμνης Βρώμας του Δ.Δ. Ρωμιάς και πηγή στην λίμνη  Ζηρού, των οποίων δεν γίνεται καμία χρήση.

Επίσης στην περιοχή του Κάτω Λούρου είναι οι πηγές Ν. Κερασούντας στο Δ.Δ. Κερασούντας, Στεφάνης στο Δ.Δ. Στεφάνης και Σκάλας στο Δ..Δ. Λούρου. Οι πηγές Ν. Κερασούντας (παροχή 4204m³/h) στραγγίζουν τα κροκαλοπαγή της περιοχής, μέσω του Λιμποχωβίτη, ενώ ο Κάτω Λούρος στη συνέχεια αποστραγγίζει ασβεστόλιθους νότια της Μπόιδας-Μαυρής. Η πηγή Σκάλας στο Δ. Δ. Λούρου αποστραγγίζει το όρος Θεσπρωτικό, που αποτελεί σαφώς διακριτή υδρογεωλογική μονάδα με σημαντική παροχή λόγω της μεγάλης εξάπλωσης του υδροφορέα.

 Στην πεδιάδα του Αχέροντα υπάρχουν οι πηγές Χόχλας, Κορώνης και οι πηγές της Γλυκής (στον N. Θεσπρωτίας), τα νερά των οποίων χρησιμοποιούνται για ύδρευση, άρδευση και κτηνοτροφία. Το παράκτιο κομμάτι του Ν. Πρέβεζας από τον όρμο της Πάργας μέχρι τη Νικόπολη και το μικρό ακρωτήρι Μύτικας, είναι αλίμενο με θάλασσα καθαρή και όμορφες παραλίες με πετρώδη/αμμώδη βυθό. Μετά το ακρωτήριο Μύτικας αρχίζει η προσχωσιγενής χερσόνησος της Πρέβεζας.
 
 Τα σημαντικότερα βουνά του νομού είναι τα Όρη Ζαλόγγου ( 772 μ. ) τα οποία βρίσκονται βόρεια της Πρέβεζας, το Ξεροβούνι (1.607 μ.) στο βορειοανατολικό άκρο του νομού και τα Θεσπρωτικά Όρη (1.274 μ.) που αποτελούν τον σημαντικότερο ορεινό όγκο του νομού. Ο Ν. Πρέβεζας είναι μια περιοχή με μέτρια πανίδα και χλωρίδα. Δεσπόζει η παρουσία του Αμβρακικού κόλπου στο νότο, ενός από τους πιο σημαντικούς προστατευόμενους υγροβιότοπους της χώρας. Στο έδαφος υπάρχουν ασβεστολιθικά πετρώματα, φλύσχης και στις πεδινές περιοχές σχηματισμοί λιμνών και ποταμών.
 

Στο υπέδαφος απαντώνται, μάρμαρο σε αρκετές περιοχές του νομού, αργίλιο στον Άγιο Γεώργιο Φιλιππιάδας, προσχωματικός χρωμίτης στο Αλωνάκι, ενδείξεις φωσφοροβιτουμενιούχων – ουρανιούχων κοιτασμάτων στον Παντοκράτορα Πρέβεζας, τύρφη στην Κορώνη Φαναρίου και εξαλλοιωμένα φωσφορικά κοιτάσματα στην περιοχή του Δρυμώνα που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Τέλος, στην περιοχή του Ιονίου Πελάγους γίνονται κατά καιρούς έρευνες για την ανεύρεση πετρελαίου.

Το κλίμα του νομού παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία, ως αποτέλεσμα της όλης εναλλαγής και ποικιλομορφίας του ανάγλυφου.

Στις ακτές του Ιονίου Πελάγους το κλίμα κλείνει προς το θαλάσσιο, ενώ προχωρώντας προς το εσωτερικό του νομού γίνεται ηπειρωτικό. Οι ορεινές περιοχές έχουν καθαρά ορεινό κλίμα. Στην παράκτια ζώνη ο χειμώνας είναι ήπιος. Η θερμοκρασία το χειμώνα κατεβαίνει συνέχεια, για να φτάσει σε αρνητικές τιμές όσο προχωράμε στις βόρειες και ανατολικές περιοχές του νομού. Την καλοκαιρινή περίοδο ο δείκτης της μέσης θερμοκρασίας ανεβαίνει σε μεγάλα επίπεδα.

Το ύψος της βροχής είναι σημαντικά υψηλό στο νομό (από τους βροχερότερους νομούς  στην Ελλάδα με άφθονες και παρατεταμένες βροχές κυρίως κατά τη διάρκεια της περιόδου Οκτωβρίου – Απριλίου). Υπάρχει μεγάλη υγρασία και μάλιστα με μια σχετική ομοιομορφία σε όλους τους μήνες, ακόμη και τους θερινούς, λόγω επίδρασης της θάλασσας που την περιβάλλει,  ενώ οι επικρατούντες άνεμοι είναι κυρίως νότιοι, νοτιοδυτικοί. Γενικά στο Ν. Πρέβεζας οι απόλυτες ελάχιστες θερμοκρασίες δεν κατεβαίνουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα, ενώ οι απόλυτα μέγιστες θερμοκρασίες δεν φτάνουν ποτέ σε πολύ υψηλά επίπεδα, λόγω της επίδρασης της θάλασσας.

Ο χειμώνας είναι σχετικά βραχύς. Αρχίζει συνήθως κατά τα μέσα Δεκεμβρίου και διαρκεί μέχρι τα τέλη του Φεβρουαρίου. Η θερμοκρασία δεν είναι πολύ χαμηλή και ο χειμώνας χαρακτηρίζεται ήπιος, με άφθονες βροχοπτώσεις. Η άνοιξη αρχίζει από τον Μάρτιο ενώ το καλοκαίρι από τα μέσα Μαϊου. Την εποχή αυτή ο καιρός είναι σταθερός, με υψηλές θερμοκρασίες, οι οποίες μερικές φορές προκαλούν καύσωνα τις μεσημβρινές ώρες εκτός από τα παράκτια που ευνοούνται από τη θαλάσσια αύρα. Οι βροχές το καλοκαίρι σπανίζουν. Τέλος, το Φθινόπωρο έχει αρκετά παρατεταμένη διάρκεια. Ο νομός παρουσιάζει μικρό αριθμό ημερών χιονιού ενώ όσον αφορά τους παγετούς οι οποίοι δεν είναι συχνοί, αυτοί εμφανίζονται από το Δεκέμβριο μέχρι το Μάρτιο με μεγαλύτερη συχνότητα κατά τον Ιανουάριο.

Περαιτέρω τα κλιματικά στοιχεία εξετάζονται στη βάση του ότι επηρεάζουν την παραγωγή και ποιότητα της παραγόμενης βοσκήσιμης ύλης των λιβαδικών οικοσυστημάτων και συνεπώς την ορθολογική διαχείρισή τους. Η επίδραση, για παράδειγμα, της βροχόπτωσης μπορεί να είναι είτε άμεση, όταν τα φυτά είναι ώριμα οπότε γίνεται απόπλυση των θρεπτικών συστατικών, είτε έμμεση, καθώς η βροχόπτωση σε συνδυασμό με το φως και τη θερμοκρασία επηρεάζουν τη διάρκεια της αυξητικής περιόδου.

Επομένως το κλίμα σε συνδυασμό με τη γεωλογία της περιοχής, όπως αυτές εκφράζονται από τις μορφολογικές, εδαφολογικές και υδρολογικές συνθήκες, διαδραματίζουν σπουδαίο ρόλο στην ποιοτική και ποσοτική παραγωγή των βοσκοτόπων και των καλλιεργειών του Ν. Πρέβεζας .

Για την πλήρη κάλυψη της περιοχής του Νομού Πρέβεζας από κλιματικής πλευράς και ένταξη του κλίματος της περιοχής σε συγκεκριμένο κλιματικό τύπο, συγκεντρώθηκαν στοιχεία από τους μετεωρολογικούς σταθμούς Πρέβεζας, Άρτας, ΥΗΣ Λούρου, Νικολιτσίου, λίμνης Ζηρού και Καναλακίου, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν ικανοποιητικά τους κλιματικούς παράγοντες του Νομού.

Ο νομός δεν παρουσιάζει ισχυρή αυτόχθονη σεισμική δραστηριότητα, επηρεάζεται όμως σε μεγάλο βαθμό από την ισχυρή σεισμικότητα της σεισμικής ζώνης της Λευκάδας και του διαύλου της Κέρκυρας – Ηπείρου.

Οι σεισμικές αυτές ζώνες χαρακτηρίζονται από επιφανειακούς σεισμούς, που τα επίκεντρά τους κατανέμονται κυρίως παράλληλα στην ακτογραμμή σε διεύθυνση ΒΒΝ – ΝΝΑ.

Η μεγαλύτερη σεισμική δραστηριότητα παρουσιάζεται στο δυτικό τμήμα του Ελληνικού Τόξου, όπου και σημειώθηκαν οι πρόσφατες ισχυρές δονήσεις στον θαλάσσιο χώρο νοτίως της Καλαμάτας και μεταξύ Λευκάδας – Πρέβεζας. Στο δυτικότερο άκρο του Ελληνικού Τόξου, εντοπίζεται και το σεισμικό τρίγωνο, ένας χώρος με ιδιαίτερα τεκτονικά χαρακτηριστικά που τον κατατάσσουν στην πρώτη θέση της λίστας των περιοχών υψηλότερης σεισμικότητας στο Αιγαίο και στην Ευρώπη.

Κατά μήκος των ακτών της Δυτικής Ελλάδας από την Κέρκυρα ως τη Δυτική Κρήτη, η σεισμική δραστηριότητα μπορεί να διακριθεί γενικά σε τρεις περιοχές. Η πρώτη περιοχή βρίσκεται βορείως της Λευκάδας και η σεισμική δραστηριότητα εκεί οφείλεται σε συμπιεστικές δυνάμεις περίπου ανατολικής – δυτικής διεύθυνσης (κάθετες στη διεύθυνση των ακτών της Δυτικής Ελλάδας).